αδρόνια — Ομάδα στοιχειωδών σωματίων που αντιλαμβάνονται τις ισχυρές πυρηνικές δυνάμεις και συμμετέχουν στις έντονες αλληλεπιδράσεις. Όλα τα στοιχειώδη σωμάτια, εκτός από τα λεπτόνια και το φωτόνιο, είναι α. Υπάρχουν δύο κατηγορίες α., τα μεσόνια, δηλαδή… … Dictionary of Greek
εξωτικό άτομο — Ασταθές άτομο, στο οποίο ένα ηλεκτρόνιο έχει αντικατασταθεί τεχνητά από ένα άλλο, αρνητικά φορτισμένο σωμάτιο, όπως το μιόνιο, το πιόνιο ή το καόνιο. Το σωμάτιο, ύστερα από τη σύλληψή του, μεταπίπτει από τη μία κβαντισμένη τροχιά σε άλλη, πιο… … Dictionary of Greek
μεσόνια — Θεμελιώδη ασταθή σωμάτια, αποτελούμενα από μάζα ενδιάμεση μεταξύ ηλεκτρονίων (που ονομάζονται γενικά λεπτόνια ή ελαφρά σωμάτια) και πρωτονίων (βαριόνια ή βαρέα σωμάτια). Πριν από λίγα χρόνια ήταν γνωστοί δύο τύποι μ.: το π (ή πιόνιο) και το κ (ή… … Dictionary of Greek
Μεσόνια— — Η ανακάλυψη του νετρονίου επέτρεψε να δοθεί μια πιο ικανοποιητική εικόνα του πυρήνα του ατόμου, στηρίζοντας την υπόθεση ότι αποτελείται από πρωτόνια και νετρόνια. Έμενε να διευκρινιστεί το πρόβλημα, το οποίο δεν έχει ακόμα τελείως λυθεί, των… … Dictionary of Greek
Πιονίαι — Αρχαία πόλη της Μυσίας στον Ελλήσποντο. Σύμφωνα με την παράδοση, ιδρύθηκε από τον Πιόνιο, απόγονο του Ηρακλή. Η πόλη υπήρχε και στην εποχή του Ιουστινιανού και ήταν μια από τις πόλεις της επαρχίας Ελλησπόντου. Στην ίδια θέση βρίσκεται σήμερα το… … Dictionary of Greek